Παράταση και πέναλτι


του Μανόλη Μπουχαλάκη

Η Ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται! Άλλωστε αυτός είναι ο σκοπός και ο ρόλος της, να προασπίζει τα εθνικά συμφέροντα. Ποιός θα χαρακτήριζε μια κυβέρνηση επιτυχημένη αν έκανε ό,τι της έλεγαν κάποιοι ξένοι;

Μεταξύ μας, περίπου αυτό γινόταν από καταβολής του σύγχρονου Ελληνικού κράτους. Πριν προλάβει να πάρει ανάσα το νέο κράτος μετά την επανάσταση του 1821, ξέσπασαν οι φατριαστικές αντιπαραθέσεις. Ο τάδε ήταν του Αγγλικού Κόμματος, ο δείνα του Γαλλικού, ο παραπέρα του Ρωσικού και ούτω καθεξής. Οι περίφημες Μεγάλες Δυνάμεις πάντα ήθελαν να περνάει το δικό τους, όχι όμως συλλογικά αλλά η κάθε μια για την πάρτη της.

Ακόμη και τον καιρό των μεγάλων πολέμων του εικοστού αιώνα, η Ελλάδα δυστυχώς έπρεπε να διαλέγει στρατόπεδα και να υποτάσσεται είτε στη δύναμη του Αγγλικού Στόλου είτε στις επιθυμίες ενός μιλιταριστή Κάϊζερ του οποίου η αδελφή ήταν γυναίκα βασιλιά ενός άλλου Γερμανικού οίκου, των Γλύξμπουργκ, ο οποίος με τη σειρά του είχε πατρογονικό οίκο τους Γερμανο-Δανούς Όλντεμπουργκ.

Μετά τους μεγάλους πολέμους, το ρόλο του τοποτηρητή ανέλαβε η Αμερική με τους ανθύπατους στυλ Πιουριφόϊ που ανεβοκατέβαζαν κυβερνήσεις φορώντας κοντομάνικα πουκάμισα. 

Η Ελλάδα έκοψε τον ομφάλιο λώρο των "Μεγάλων Δυνάμεων" εντασσόμενη στη μεγάλη Ευρωπαϊκή οικογένεια της ΕΟΚ το 1981. Εκεί άλλωστε ήταν η φυσική της θέση, σε μια ομάδα μικρών και μεγάλων κρατών που τις συνέδεαν ανθρωπιστικές και δημοκρατικές αξίες μαζί βέβαια με τις απαραίτητες εμπορικές συμφωνίες.

Το πόσο η Ελλάδα έχει ωφεληθεί από την είσοδο της στην ΕΟΚ και μετέπειτα Ε.Ε., δεν είναι του παρόντος άρθρου. Το βέβαιο πάντως είναι πως δεν βγήκε ζημιωμένη.

Μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης το 2008, η Ελλάδα μπήκε και πάλι υπό επιτροπεία, αυτή τη φορά όχι για να γίνει έρμαιο των Μεγάλων Δυνάμεων αλλά για να διορθώσει χρόνιες παθογένειες του συστήματος διακυβέρνησης της.

Η συνταγή των Ευρωπαίων αποδείχτηκε βαριά, άδικη και πικρή. Πρακτικά ζητήθηκε από την Ελλάδα να κάνει μεταρρυθμίσεις δεκαετιών σε λίγα χρόνια. Λαμβάνοντας δε υπόψη το γεγονός ότι στη χώρα μας παλαιότερα έβγαινε κυβέρνηση όποιο κόμμα έκανε τις περισσότερες παροχές, η προσαρμογή ήταν βίαιη και εν πολλοίς παράλογη.

Φτάνοντας λοιπόν τα 2 έτη διαπραγματεύσεων της νυν κυβέρνησης, μετά τον έλεγχο κεφαλαίων, τις απανωτές υποχωρήσεις και το ανόητο δημοψήφισμα, οδηγείται κανείς στο συμπέρασμα ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι ομοιάζουν με παίκτες ποδοσφαιρικής ομάδας που χάνουν στο σκορ με 82-0 και που ωστόσο περιμένουν να γυρίσουν το ματς στην παράταση ή στα πέναλτι.

Όμως, ως γνωστόν για να πάει κανείς στην παράταση πρέπει να έχει φέρει ισοπαλία ή να υπάρχει ίσος αριθμός τερμάτων για τις δυο ομάδες σε δυο μεταξύ τους ματς, αν ο αγώνας είναι αυτό που λέμε "νοκ-άουτ".

Το όλο θέαμα λοιπόν μοιάζει με μια ομάδα που προσπάθησε μεν να παίξει τίμια και για τη φανέλα της, έδωσε τον υπερ πάντων αγώνα, αλλά δυστυχώς τα γκολ δεν τα έβαλε η ίδια αλλά τα δέχεται σωρηδόν.

Ας θεωρήσουμε ότι το διακύβευμα είναι η αξιοπρέπεια της χώρας και δεν πρέπει κανείς εύκολα να σκύβει το κεφάλι όταν του επιβάλλουν όρους συνθηκολόγησης. Αυτό ας το χαρακτηρίσουμε σωστό. Επίσης, για χάρη των ψηφοφόρων της κυβέρνησης, κάποια προσχήματα πρέπει να τηρηθούν. Πρέπει να φανεί πως έγινε ό,τι καλύτερο μπορούσε να γίνει.

Όλα αυτά θα μπορούσαν να πάρουν ένα μεγάλο "εύγε" αν ο χαμένος ήταν μόνο η κυβέρνηση. Τα κάπιταλ κοντρόλς, οι φόροι, η εξαφάνιση των χρημάτων από την αγορά, τα λουκέτα, τα χρέη του κόσμου, η ανεργία, θα μπορούσαν άραγε να θεωρηθούν απλά "παράπλευρες απώλειες" μιας μάχης; 

Η οικονομία χρειαζόταν μια εξυγίανση, θα μπορούσε κάποιος να πει. Βεβαίως, κανείς δεν θέλει να ζει ένα ψεύτικο πλουτισμό με δανεικά και πιστωτικές κάρτες. Όμως, η οποιαδήποτε λογική κυβέρνηση δεν θα ήθελε να παίζει αγώνα για τη φανέλα όταν όλα γύρω καταρρέουν. Οι ανόητες απειλές του Τσακαλώτου και τα αμήχανα έως ατάραχα βλέμματα σχεδόν όλων των υπουργών, μαρτυρούν πως δεν έχουν καταλάβει πως το ματς δεν παίζεται ούτε με απάθεια, ούτε με απειλές, αλλά με ρεαλισμό.

Προκύπτει εύλογα το ερώτημα, τι μπορεί να γίνει; Το σκεπτικό είναι απλό. Πρέπει τάχιστα να κατανοήσουμε ως χώρα πως κανείς δεν θα μας δανείσει λεφτά με επιτόκια 1 και 2% πλην των "κακών" Ευρωπαίων που κι αυτοί από τους ψηφοφόρους τους τα παίρνουν και μας τα δίνουν. Αυτά τα λεφτά πρέπει να ελεγχθούν που πάνε και γιατί πάνε εκεί όπου πάνε. Διορισμοί ημετέρων απαγορεύονται.

Επίσης, κανείς δεν είπε πως δεν χρειάζεται επιμονή στις διαπραγματεύσεις, αρκεί αυτές να αφορούν κυρίως τους αδύναμους συμπολίτες μας που έχουν μείνει σε ένα βάλτο, αδυνατώντας να βγουν από τη λάσπη. Να εμμείνουμε σε αντίμετρα, αναμφισβήτητα. Αυτά όμως να είναι τα Ευρωπαϊκά προγράμματα που για ανεξήγητους λόγους δυσκολευόμαστε να απορροφήσουμε. Να εμμείνουμε σε επενδύσεις και σε εξαφάνιση της γραφειοκρατίας. Να αδράξουμε την ευκαιρία να αναγεννηθούμε από τις στάχτες μας ως ένα αξιόπιστο, σταθερό και δημοκρατικό κράτος που θα λειτουργεί ως φάρος ηρεμίας μέσα στον τυφώνα της Τουρκίας του Ερντογάν και των αέναων προβλημάτων της Μέσης Ανατολής.

Αυτά όλα δεν είναι αδύνατον να συμβούν. Αντίθετα, αδύνατον είναι να δούμε άσπρη μέρα όσο έχουμε μια αντίληψη πως πρέπει το παιχνίδι να πάει στην παράταση μπας και κουραστούν οι αντίπαλοι και το σκορ γίνει 82-1. 

Το γκολ της τιμής δεν έχει ιδιαίτερη αξία σε τέτοιους αγώνες. Για αυτό, ας φροντίσουν εκεί στην κυβέρνηση να ξεφορτωθούν τους δανειστές τελειώνοντας γρήγορα την αξιολόγηση. Κατόπιν, ας τους δείξουν πως η Ελλάδα έμαθε από τα λάθη της και πως, ευχαριστούμε πολύ, θα αναλάβουμε δικές μας πρωτοβουλίες για να νεκραναστήσουμε τη χώρα μας.

Αυτό θα πρέπει να είναι το πνεύμα του αγώνα και όχι το κατενάτσιο των Ιταλών φίλων μας.


Σχόλια