Η πάλη απέναντι στο Εγώ



του Μανόλη Μπουχαλάκη

Η πάλη, ιδιαίτερα η ταξική, είναι προσφιλής όρος σε όσους διαπνέονται από αριστερές ιδεολογίες. Βεβαίως, την εποχή που πρωτοακούστηκε ο όρος αυτός, οι εργαζόμενοι δούλευαν εξοντωτικά ωράρια και αμείβονταν με ψίχουλα με αποτέλεσμα οι εργοδότες να κεφαλαιοποιούν την υπεραξία της απασχόλησης. Με τα χρόνια και τους εργατικούς αγώνες, οι συνθήκες εργασίας βελτιώθηκαν σημαντικά αν και ποτέ δεν επιτεύχθηκε ο πλήρης σεβασμός στα εργασιακά δικαιώματα.

Η ταξική πάλη, λοιπόν, εμπεριείχε αφενός μεν τη χειραφέτηση των εργαζομένων αφετέρου δε την επικράτηση του προλεταριάτου κατά του κεφαλαίου μέσω επαναστατικών διαδικασιών. Το όλο σύστημα αντίδρασης όμως βασιζόταν σε μια κεντρική ιδέα, αυτή της εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Επειδή η Ελλάδα δεν έζησε βιομηχανική επανάσταση αλλά έμεινε σε ιδιότυπο φεουδαρχικό σύστημα μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα (μέσω των γαιοκτημόνων και τσιφλικάδων), η πάλη εστράφη κυρίως εναντίων αυτής της μορφής εκμετάλλευσης. Με τα εδάφη που κέρδισε η Ελλάδα στους Βαλκανικούς Πόλεμους και μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο, έγιναν ανακατανομές και διανομές γαιών.

Μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, η Ελλάδα απέκτησε αστική τάξη που είχε στοιχειώδεις ανέσεις οι οποίες αυξήθηκαν δραματικά μετά τη δεκαετία του '60. Κάπου εκεί γεννήθηκε η γενιά που, χωρίς πολέμους, κομματικά πάθη, ξεριζωμούς, μεταναστεύσεις και πείνα, κατάφερε να παράξει πλούτο και σε αρκετές περιπτώσεις να τον συσσωρεύσει. Η πολιτική σταθερότητα μετά τη χούντα και η είσοδος στην τότε ΕΟΚ "σφράγισαν" την αναγέννηση της Ελλάδας και άφησαν πίσω τους δεκαετίες αιματοχυσίας, αδελφοκτόνων έριδων, επαναστάσεων, συνωμοσιών και πολιτικών παθών. Η ίδια η Ευρωπαϊκή ήπειρος, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, "αναστέναξε" ανακουφισμένη μετά από 2 Παγκόσμιους πόλεμους και ένα παραλίγο τρίτο.

Οι εποχές είχαν αλλάξει. Οι εργαζόμενοι μπορούσαν να έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής, περίθαλψη και παιδεία. Άν και στην Ελλάδα οι αλλαγές αυτές γίνονταν με αργούς ρυθμούς λόγω της μνημειώδους βραδυκινησίας του κρατικού μηχανισμού, παρόλα αυτά ήρθαν και η σημερινή νέα γενιά γεννήθηκε σε καθεστώς ευμάρειας και κοινωνικής ειρήνης.

Αυτό που βιώνουμε ως λαός τα 2 τελευταία χρόνια που έφεραν τη χώρα να ζητά βοήθεια από το ΔΝΤ και την Ευρώπη δεν είναι μια επιστροφή στα λατομεία, τα εργοστάσια και τα τσιφλίκια. Η κρίση δεν ήλθε διότι κάποιοι αφανείς κλειδοκράτορες του κόσμου, τα πανίσχυρα κεφάλαια, αποφάσισαν μια μέρα να μας κόψουν τα δάνεια. Δεν έγινε καμιά σύσκεψη των Πεφωτισμένων ή των Μασόνων που απεφάνθη οτι η Ελλάς πρέπει να χρεωκοπήσει. Δεν ήμασταν υποτελείς σε καμία Τρόϊκα 5 χρόνια πριν. Δεν ασχολούμασταν με τα σπρεντς και τα CDS.

Τότε, ασχολούμασταν με τις τηλεπερσόνες, τα γκλάμουρ πάρτι, τα διακοποδάνεια, τις πιστωτικές κάρτες. Σε κάθε σπίτι έβλεπες home cinema, plasma TV, πανάκριβα κινητά και λαπτοπς, οι δρόμοι είχαν γεμίσει με αυτοκίνητα πολυτελείας και οι βιτρίνες με συνολάκια haute couture. Το πως αποκτήθηκε αυτός ο πλούτος, νομίμως, παρανόμως ή μέσω δανείων, δεν είναι του παρόντος. Το σίγουρο είναι οτι από τα εργατικά κέντρα ο μέσος Έλληνας μεταπήδησε στη Μύκονο. Η ταξική πάλη πλέον φαινόταν οτι είχε τελειώσει, οτι οι εργαζόμενοι μετείχαν πλέον του πλούτου και των αγαθών και κυβερνήσεις και ψηφοφόροι ήταν ευχαριστημένοι, με τις μεν κυβερνήσεις να περιμένουν πότε θα φθαρεί το αντίπαλο κόμμα για να έρθει η σειρά τους, οι δε ψηφοφόροι να περιμένουν το εκλεκτό τους κόμμα στην κυβέρνηση για να "φάνε" κι αυτοί κάτι ακόμη από το δημόσιο πλούτο, αν ήταν δυνατόν.

Η κρίση που έπληξε την Ελλάδα ουσιαστικά είναι τα "απόνερα" της παγκόσμιας κρίσης του 2008 με τη "φούσκα" των ακινήτων στις ΗΠΑ. Αυτόματα, με τα δις (ή τρις) δολαρίων που χάθηκαν, οι αγορές χρήματος αποφάσισαν να είναι πολύ πιο προσεκτικές στο δανεισμό προβληματικών χωρών. Η Ελλάδα με τη χαμηλή της ανταγωνιστικότητα και το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο ήταν ο πρώτος στόχος της νευρικότητας των αγορών. Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα το όνειρο της ευμάρειας διαλύθηκε σαν καπνός και φάνηκε η σπατάλη, η κακοδιαχείρηση και η πραγματική έλλειψη χρημάτων που είχε το κράτος. Ως συνέπεια, για να μας δανείσει η Ευρώπη και το ΔΝΤ, μας δόθηκε η εντολή να συμμαζέψουμε το αναποτελεσματικό κράτος και να περικόψουμε δαπάνες, ενώ μας ζητήθηκε να αυξήσουμε τα έσοδα.

Το όλως περίεργο δεν ήταν το οτι μας ζητήθηκε να βάλουμε σε τάξη τα οικονομικά μας. Το περίεργο είναι οτι πολλοί αντέδρασαν με φωνές και πάθος όταν κατάλαβαν οτι τελικά δε ζούσαν στο Μονακό αλλά στην Ελλάδα. Το σοκ της ανεργίας και των απολύσεων δεν άγγιξε τα σωστά αντανακλαστικά μέρους της κοινωνίας. Αντί να αναρωτηθούμε "γιατί" μας συνέβη αυτό, τρέξαμε να γιαουρτώσουμε τους πολιτικούς που οι ίδιοι ψηφίσαμε.

Δεν θα μπω στη λογική του ποιός φοροδιαφεύγει, ποιός κλέβει το κράτος και πόσες οικογένειες έχουν δημόσιους υπάλληλους που δεν μπήκαν στο δημόσιο με αξιοκρατικά κριτήρια. Αυτά ανήκουν στον ιστορικό του μέλλοντος και σε κοινωνιολόγους να τα αναλύσουν. Αυτό όμως που αξίζει κανείς να αναφέρει είναι οτι οι νέες απεργίες, συγκρούσεις και επεισόδια που μας περιμένουν λίαν συντόμως πάλι δεν θα έχουν κεντρικό στόχο τις ίδιες μας τις επιλογές αλλά όλα τα άλλα πλην εμών των ιδίων. Οι μορφές πάλης που θα επιλεγούν δεν θα είναι άλλες από τις ήδη γνωστές. Απεργίες, δακρυγόνα, ξύλο, τραυματίες και ίσως και κάποιους νεκρούς αν τα επεισόδια εκτραπούν. Και η κοινωνία θα παθαίνει τον ένα νευρικό κλονισμό μετά τον άλλο.

Πολλά θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν για μια μόνο φορά αναλογιστούμε το δικό μας μέρος ευθύνης στην κρίση. Να κατανοήσουμε οτι δεν μπορεί η μισή Ελλάδα να είναι δημόσιοι υπάλληλοι ούτε μπορεί μια χώρα με μισθούς 700 ευρώ να καταναλώνει σαν αχόρταγο τέρας και να ζει στον αστερισμό του λαϊφ στάϊλ και της τεχνολογίας α λα NASA.

Θα μου πείτε ότι έγινε, έγινε. Μας πλάνεψαν τα ΜΜΕ και διάφοροι "γόητες φιδιών" και δανειστήκαμε, καταναλώσαμε, ξοδευτήκαμε. Θελήσαμε να έχουμε και μια θεσούλα στο Δημόσιο να' χουμε σιγουρο χρήμα. Κακό είναι; Εγώ λέω όχι. Το κακό όμως μάλλον είναι να θέλουμε να κάψουμε τη Βουλή και τη μισή χώρα αν χρειαστεί γιατί δε μας βγήκαν τα επιχειρηματικά και καταναλωτικά όνειρα ή γιατί χάσαμε τη δουλειά στην πόλη ενώ στο χωριό μας περιμένει το μποστάνι του παππού μας που ίσως μας δώσει πολύ περισσότερα λεφτά και αξιοπρέπεια από ότι τα παρακάλια στα βουλευτικά γραφεία.

Εκεί λοιπόν είναι το κακό. Να γίνουμε βίαιοι χωρίς στόχους. Να παλέψουμε απέναντι σε φαντάσματα και να μισήσουμε λάθος ανθρώπους. Αντ' αυτού, μας δίνεται η ευκαιρία να γίνουμε ρεαλιστές και προσγειωμένοι και να δούμε όλοι μαζί ως έθνος πως θα σταθούμε στα πόδια μας. Γιατί, μέχρι τώρα έχω την εντύπωση οτι κυριαρχούσε το "εγώ" κι όχι το εμείς. Και ίσως αυτό το "εγώ" θα πρέπει να είναι ο πρωταρχικός μας εχθρός. 

Σχόλια